Τετάρτη 15 Ιουνίου 2011

ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΣΤΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟ "100 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ"

Στο διαγωνισμό "100 χρόνια μετά" διακρίθηκαν δύο αφίσες μας. Αυτές ήταν "Το δελφινοκόριτσο" και "Το ερημονήσι". Συγχαρητήρια στα παιδιά της Δ' τάξης του 2ου Δημοτικού Σχολείου Ιερισσού! Οι αφίσες που διακρίθηκαν:



Κυριακή 8 Μαΐου 2011

ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΟ "100 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ"

Η Δ' τάξη του 2ου Δημοτικού Ιερισσού συμμετέχει σε διαγωνισμό αφίσας με 4 αφίσες εμπνευσμένες από ποιήματα του Οδυσσέα Ελύτη. Μέχρι και την Πέμπτη 12-5 διεξάγεται ηλεκτρονική ψηφοφορία στην πλατφόρμα www.i-create.gr.
   Μπαίνουμε στην ιστοσελίδα πατάμε αριστερά ΤΑ ΕΡΓΑ και μπαίνουμε στην κατηγορία ΑΦΙΣΕΣ. Εκεί ψηφίζουμε δίνοντας αστεράκια. Παρακάτω βλέπετε τις αφίσες που κάναμε.





Πέμπτη 14 Απριλίου 2011

ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΕ ΟΜΟΙΟΚΑΤΑΛΗΞΙΑ

Η Άνοιξη

Τα πουλιά κελαηδάνε χαρωπά
 και τη φωνή τους την ακούω απαλά,
 τα λουλούδια στους κάμπους ανθίζουν
 όλα γύρω μου άνοιξη μυρίζουν.

Τα χελιδόνια πετάνε εδώ κι εκεί
και τις φωλιές τους φτιάχνουν από την αρχή
 βιάζονται να προλάβουν την ώρα
 πριν ξανά ταξιδέψουν σε άλλη χώρα.

Οι πεταλούδες  τα φτερά τους τινάζουν
 οι άνθρωποι πιο χαρούμενοι μοιάζουν.
Τα πάντα γεννιούνται από την αρχή
 η Άνοιξη είναι η καλύτερη εποχή.

   
Το πουλί

Μια φορά κι έναν καιρό
 ψηλά πάνω  στο καμπαναριό
 ένα πουλί είχε χτίσει εκεί
μια φωλίτσα τόσο δα μικρή.

Ζούσε εκεί πάνω πολύ καιρό
 μέχρι να σπάσει το αυγό
 να που μια μέρα έσπασε
 και χαρωπά μακριά πέταξε.

Δεν ξαναγύρισε ποτέ…


ΠΟΙΗΜΑ

Η φύση αυτή την εποχή
είναι όμορφη πολύ
έχει δάση και λουλούδια
και απόλα τα καλούδια

Πάσχα έρχεται σε λίγο
την λαμπάδα ξετυλίγω
θα σας δω στην εκκλησιά
να τσουγκρίσουμε τ' αυγά!!

Πέμπτη 7 Απριλίου 2011

ΓΛΩΣΣΙΚΑ ΜΠΕΡΔΕΜΑΤΑ


Ο   ΓΙΩΡΓΟΣ   ΔΕΝ  ΣΤΑΜΑΤΑΕΙ   ΝΑ  ΜΙΛΑΕΙ!

Μια φορά και έναν καιρό, μέσα σε ένα μικρό σπιτάκι, ήταν ο Γιώργος και η οικογένεια του. Ο Γιώργος όταν άρχιζε να μιλάει, δεν σταματούσε με τίποτα.
Μια μέρα ρώτησε τη μαμά του πριν πάει σχολείο:
-Μαμά μπορώ σήμερα να μην πάω σχολείο;
-Όχι, αλλά γιατί δεν θες να πάς;
-Nά, γιατί δεν είμαι καλά.
-Φυσικά και δεν είσαι καλά, αφού εχθές ήσουν με το κοντομάνικο και ούτε ο Μάρτιος δεν έχει μπει!
-Μα γιατί σε ρωτάω; Ό, τι θέλω θα κάνω!(Συνέχιζε να μιλάει μέχρι που σχόλασαν όλα τα παιδιά).
-Να! Είδες; Το έχασα το σχολείο!
-Είσαι τιμωρία!
-Καλά, δεν ξαναμιλάω ασταμάτητα!
-Να σε δω στην επίσκεψη που θα πάμε σε δύο ώρες!
(Πήγαν στην επίσκεψη και δεν μίλησε καθόλου!).
                Όταν γύρισαν σπίτι του είπε η μαμά του:
                -Παιδί μου μπράβο. Τώρα που μιλάς λιγότερο θα σε αφήνω να κάνεις ό, τι θέλεις!
                -Αλήθεια!
                -Καλά, όχι και ό, τι θέλεις….

ΤΟ ΔΑΣΟΣ ΜΕ ΤΑ ΓΛΩΣΣΟΠΟΥΛΙΑ
 ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ

    Κάποτε,ζούσαν σε ένα δάσος κάτι γλωσσοπούλια που μιλούσαν ασταμάτητα,δηλαδή δεν έβαζαν γλώσσα μέσα τους.Μια μέρα ένα παιδάκι πήγε εκδρομή στο δάσος με τα γλωσσοπούλια.Τα γλωσσοπούλια το είδαν αι αμέσως ο στρατηγός Γλωσσοπατάτας έστηλε τον Μπιμπερόνικο να πάει να του μιλήσει.Ο Μπιμπερόνικος πήγε και έκατσε δίπλα του.Αμέσως άρχισε να του μιλάει.
-Γειά σου!Τι κάνεις?Καλά είσαι?Πώς σε λένε?Έχεις οικογένεια?Πόσο χρονών είσαι?Ήρθες μόνος σου στο δάσος μας?
Το παιδάκι λιποθύμησε αμέσως με το που είδε τον Μπιμπερόνικο.Ο Μπιμπερόνικος απόρησε.
-Μα καλά,τι του έκανα,τι του είπα και λιποθύμησε.Οχ,ο στρατηγός Γλωσσοπατάτας θα μου βγάλει την γλώσσα αν μάθει ότι το παιδάκι λιποθύμησε εξαιτίας μου.Κι εγώ την θέλω την γλώσσα μου.Το βρήκα,θα τον κρύψω κάπου.Ο Μπιμπερόνικος έκρυψε το παιδάκι και το παιδάκι μόλις συνήλθε είπε στον Μπιμπερόνικο.
-Γειά σου,θες να γίνουμε φίλοι?
-Ναι θέλω,αλλά πρώτα πρέπει να εξετάσω το...Συνέχισε να μιλάει επί 12 ώρες μέχρι που νύχτωσε.Το βράδυ ο Μπιμπερόνικος είπε το ναι και οι δυο φίλοι κοιμήθηκαν μαζί.και ζήσαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.



Τρίτη 22 Μαρτίου 2011

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΠΟΔΗ

Ο ΚΑΛΟΣ ΛΥΚΟΣ ΚΑΙ Η ΚΑΚΙΑ ΚΟΚΚΙΝΟΣΚΟΥΦΙΤΣΑ
  ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ

   Μια φορά κι έναν καιρό,ζούσαν σε ένα μαγικό λιβάδι μια λύκαινα και ένας λύκος.Ήταν πολύ ευτυχισμένοι μέχρι που μια μέρα η λύκαινα αρρώστησε.Ο λύκος έπρεπε να πάει να της φέρει φαγητό για να γίνει καλά.Αφού λοιπόν ετοιμάστηκε ο λύκος άρχισε το μαρύ του ταξίδι για την πόλη.
   Καθώς περπατούσε (για την ακρίβεια μπουσουλούσε γιατί είναι λύκος),άκουσε κάτι γέλια.Πήγε να κοιτάξει πίσω από
έναν θάμνο,αλλά ξαφνικά άκουσε τα γέλια από άλλον θάμνο.Πήγε να κοιτάξει,τίποτα.<<Κάτι περίεργο συμβαίνει εδώ>>,είπε με ύφος.Ξαφνικά πετάχτηκε μπροστά του μια κοπέλα(βασικά ένα κορίτσι) κι άρχισε να τρέχει από το φόβο του.Το κορίτσι πετάχτηκε μπροστά του πάλι.Τότε ο λύκος δεν άρχισε να τρέχει,αντίθετα τώρα την πλησίαζε περισσότερο.
-Γειά σου!Είπε το κορίτσι στο λύκο.
-Γειά σου κι εσένα!Απάντησε ο λύκος.
-Πού πηγαίνεις?Ρώτησε το κορίτσι.
-Στην πόλη.
-Αλήθεια,κι εγώ εκει πηγαίνω.
-Ωραία,μπορούμε να πάμε μαζί τότε.
-Ναι,μπορούμε.
-Άντε έλα τότε.
-Τώρα έρχομαι.
Με ένα πήδημα,το κορίτσι βρέθηκε δίπλα του.Τότε ο λύκος την ρώτησε.
-Πώς σε λένε?
-Κοκκινοσκουφίτσα.
-Ωραίο όνομα.
-Ευχαριστώ.
-Κοκκινοσκουφίτσα,να σε ρώτήσω κάτι?
-Ναι,σε ακούω.
-Πώς το κάνεις αυτό που πηδάς και πηγαίνεις πολύ μακριά?
-Δεν ξέρω.
-Αλήθεια?
-Ναι.
-Α,εντάξει τότε.
Άντε πάμε.
-Τώρα έρχομαι.
-Να φτάσαμε στην πόλη.
-Γιούπι.Είναι πανέμορφη.
-Ναι είναι.
Πήγανε στην πόλη και φτάσανε στην λαική.Τότε ο λύκος είπε στην Κοκκινοσκουφίτσα.
-Κοκκινοσκουφίτσα,θα πας να μου πάρεις εσύ τα πράγματα που χρειάζομαι?
-Ναι,φυσικά.Απάντησε.
Η Κοκκινοσκουφίτσα πήγε σε έναν γνωστό της να αγοράσει τα πράγματα που της είπε ο λύκος.Τότε ο γνωστός της Κοκκινοσκουφίτσας είπε.
-Ποιά μανούλα τον κλαίει τον καιμένο το λύκο?
Τοτε ο λύκος το άκουσε και άρχισε να τρέχει.Η Κοκκινοσκουφίτσα με ένα σάλτο έφτασε στο σπίτι του λύκου.Έφαγε την μαμά του λύκου και ξάπλωσε στο κρεβάτι.Όταν ο λύκος έφτασε στο σπίτι και είδε την μαμά του στο κρεβάτι την ρώτησε.
-Μαμά γιατί είσαι πιο μικρή?Είπε.
-Πολλά ρωτάς.Απάντησε η Κοκκινοσκουφίτσα και τον έφαγε.Ευτυχώς περνούσε από εκεί ένα λιοντάρι κυνηγός και σκότωσε την Κοκκινοσκουφίτσα,ξέσκισε την κοιλιά της και έβγαλε τη λύκαινα και το λύκο.Και έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.

                                           
΄
                                                           

Τετάρτη 16 Μαρτίου 2011

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ

Καιρός να διαβάσουμε και ένα βιβλίο... Κάποια παιδιά διάβασαν τις απολαυστικές ιστορίες του ΑΛΜΠΕΡΤΟ ΜΟΡΑΒΙΑ από το βιβλίο του ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ.

Ελευθερία
Πώς ο Λέων ο Χαμαιλέων έγινε πράσινος, μοβ, μπλε..

 Πριν από πολλά χρόνια κάποιος Λέων Χαμαιλέων ερωτεύθηκε τη Ρήνα τη Σκατζοχοιρίνα. Αυτή όμως δεν τον αγαπούσε αλλά αυτός την πλησίαζε και της έλεγε συνέχεια τα ίδια λόγια. Όμως η Ρήνα τυλιγόταν σαν μπάλα επειδή φοβόταν τον γάμο.
Ο Λέων δεν τα παράτησε. Πήγε στον Μάντη Ντίνο, ένα γέρο μάγο που ζούσε στο δάσος μέσα σε μια σπηλιά. Ο Ντίνος βρήκε αμέσως τη λύση. Ο Λέων θα πήγαινε κοντά στη Ρήνα όταν ήταν τυλιγμένη και θα έβγαζε τα αγκάθια της ένα ένα λέγοντας: «μ’ αγαπάει, δε μ’ αγαπάει». Αλλά να προσέχει γιατί η Ρήνα δε θα έχει πια αγκάθια.
Ο Λέων έκανε ό,τι του είπε ο Μάντης λέγοντας τη λέξη που αναφέραμε πιο πριν. Μόλις την είδε χωρίς αγκάθια είπε: «δεν είναι αυτή που αγαπώ.» Ο Ντίνος είπε: «Πάρε το σκουλήκι σου, γιατί η Ρήνα χωρίς αγκάθια ήταν σαν σκουλήκι.» Τώρα ο Λέων δεν ήθελε να παντρευτεί τη Ρήνα.
Τότε ο Μάντης του είπε ότι για τιμωρία όπου ακουμπά θα γίνεται το χρώμα στο οποίο πατάει και του έδωσε μια κλωτσιά εκτοξεύοντας τον στον ουρανό βγάζοντας διάφορα χρώματα.

Ανδριάνα                                                                        

            Η  Έλενα ήταν μια μικρή φάλαινα, τόσο μικρή σαν βδέλα.  Ζούσε σε μια μικρή λίμνη. Μια μέρα ο Γοργός ο Πελαργός την έπιασε για να τη φάει. Καθώς μιλούσαν  του είπε πως ήθελε  να είναι μεγάλη και να ζει στη θάλασσα. Τότε αυτός την πήρε και την πήγε στη θάλασσα. Ο καιρός περνούσε και η Έλενα μεγάλωνε και χόντραινε όλο και περισσότερο. Στο τέλος το λίπος μπήκε στο μυαλό της και της έφερνε νύστα και πονοκέφαλο. Οι γιατροί είπαν πως πρέπει να αδυνατίσει. Η  Έλενα όμως νοσταλγούσε τη λιμνούλα που γεννήθηκε και αποφάσισε να γυρίσει πίσω. Όμως  τα πόδια της χάθηκαν απ’ το λίπος και δε μπορούσε να περπατήσει. Ούτε ο Πελαργός μπορούσε να την κουβαλήσει πίσω. Η Έλενα έμεινε στη θάλασσα να τρώει και να κλαίει νοσταλγώντας τις εποχές που ήταν μικρή, αδύνατη και έξυπνη.  





ΠΟΙΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΙΑ

Η Ελευθερία έγραψε ένα ποίημα για την ελιά.


Η       ΕΛΙΑ

Μικρά σποράκια σαν γεμίζω
μορφή γίνομαι και ανθίζω.
Ο κόσμος με έχει τιμημένη
και από το θεό είμαι ευλογημένη.
Είμαι το ιερό φυτό
με το δικό μου τον καρπό φτιάχνουν λάδι στο λεπτό.
Είμαι τόσο ζουμερή
που με τρώνε ακόμα και οι θεοί.
Το φθινόπωρο όλα τα παιδιά
μαζεύουν τους καρπούς μου με χαρά.
Ταξιδεύω συνεχώς
και ο τόπος που φυτρώνω είναι πεδινός.
Οι άνθρωποι με τρώνε με χαρά
γιατί είμαι μεγάλη λιχουδιά.
Όλα τα υπόλοιπα δέντρα γκρινιάζουν
και συνέχεια προσπαθούν να μου μοιάζουν.