Τρίτη 22 Μαρτίου 2011

ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΠΟΔΗ

Ο ΚΑΛΟΣ ΛΥΚΟΣ ΚΑΙ Η ΚΑΚΙΑ ΚΟΚΚΙΝΟΣΚΟΥΦΙΤΣΑ
  ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ

   Μια φορά κι έναν καιρό,ζούσαν σε ένα μαγικό λιβάδι μια λύκαινα και ένας λύκος.Ήταν πολύ ευτυχισμένοι μέχρι που μια μέρα η λύκαινα αρρώστησε.Ο λύκος έπρεπε να πάει να της φέρει φαγητό για να γίνει καλά.Αφού λοιπόν ετοιμάστηκε ο λύκος άρχισε το μαρύ του ταξίδι για την πόλη.
   Καθώς περπατούσε (για την ακρίβεια μπουσουλούσε γιατί είναι λύκος),άκουσε κάτι γέλια.Πήγε να κοιτάξει πίσω από
έναν θάμνο,αλλά ξαφνικά άκουσε τα γέλια από άλλον θάμνο.Πήγε να κοιτάξει,τίποτα.<<Κάτι περίεργο συμβαίνει εδώ>>,είπε με ύφος.Ξαφνικά πετάχτηκε μπροστά του μια κοπέλα(βασικά ένα κορίτσι) κι άρχισε να τρέχει από το φόβο του.Το κορίτσι πετάχτηκε μπροστά του πάλι.Τότε ο λύκος δεν άρχισε να τρέχει,αντίθετα τώρα την πλησίαζε περισσότερο.
-Γειά σου!Είπε το κορίτσι στο λύκο.
-Γειά σου κι εσένα!Απάντησε ο λύκος.
-Πού πηγαίνεις?Ρώτησε το κορίτσι.
-Στην πόλη.
-Αλήθεια,κι εγώ εκει πηγαίνω.
-Ωραία,μπορούμε να πάμε μαζί τότε.
-Ναι,μπορούμε.
-Άντε έλα τότε.
-Τώρα έρχομαι.
Με ένα πήδημα,το κορίτσι βρέθηκε δίπλα του.Τότε ο λύκος την ρώτησε.
-Πώς σε λένε?
-Κοκκινοσκουφίτσα.
-Ωραίο όνομα.
-Ευχαριστώ.
-Κοκκινοσκουφίτσα,να σε ρώτήσω κάτι?
-Ναι,σε ακούω.
-Πώς το κάνεις αυτό που πηδάς και πηγαίνεις πολύ μακριά?
-Δεν ξέρω.
-Αλήθεια?
-Ναι.
-Α,εντάξει τότε.
Άντε πάμε.
-Τώρα έρχομαι.
-Να φτάσαμε στην πόλη.
-Γιούπι.Είναι πανέμορφη.
-Ναι είναι.
Πήγανε στην πόλη και φτάσανε στην λαική.Τότε ο λύκος είπε στην Κοκκινοσκουφίτσα.
-Κοκκινοσκουφίτσα,θα πας να μου πάρεις εσύ τα πράγματα που χρειάζομαι?
-Ναι,φυσικά.Απάντησε.
Η Κοκκινοσκουφίτσα πήγε σε έναν γνωστό της να αγοράσει τα πράγματα που της είπε ο λύκος.Τότε ο γνωστός της Κοκκινοσκουφίτσας είπε.
-Ποιά μανούλα τον κλαίει τον καιμένο το λύκο?
Τοτε ο λύκος το άκουσε και άρχισε να τρέχει.Η Κοκκινοσκουφίτσα με ένα σάλτο έφτασε στο σπίτι του λύκου.Έφαγε την μαμά του λύκου και ξάπλωσε στο κρεβάτι.Όταν ο λύκος έφτασε στο σπίτι και είδε την μαμά του στο κρεβάτι την ρώτησε.
-Μαμά γιατί είσαι πιο μικρή?Είπε.
-Πολλά ρωτάς.Απάντησε η Κοκκινοσκουφίτσα και τον έφαγε.Ευτυχώς περνούσε από εκεί ένα λιοντάρι κυνηγός και σκότωσε την Κοκκινοσκουφίτσα,ξέσκισε την κοιλιά της και έβγαλε τη λύκαινα και το λύκο.Και έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα.

                                           
΄
                                                           

Τετάρτη 16 Μαρτίου 2011

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ

Καιρός να διαβάσουμε και ένα βιβλίο... Κάποια παιδιά διάβασαν τις απολαυστικές ιστορίες του ΑΛΜΠΕΡΤΟ ΜΟΡΑΒΙΑ από το βιβλίο του ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ.

Ελευθερία
Πώς ο Λέων ο Χαμαιλέων έγινε πράσινος, μοβ, μπλε..

 Πριν από πολλά χρόνια κάποιος Λέων Χαμαιλέων ερωτεύθηκε τη Ρήνα τη Σκατζοχοιρίνα. Αυτή όμως δεν τον αγαπούσε αλλά αυτός την πλησίαζε και της έλεγε συνέχεια τα ίδια λόγια. Όμως η Ρήνα τυλιγόταν σαν μπάλα επειδή φοβόταν τον γάμο.
Ο Λέων δεν τα παράτησε. Πήγε στον Μάντη Ντίνο, ένα γέρο μάγο που ζούσε στο δάσος μέσα σε μια σπηλιά. Ο Ντίνος βρήκε αμέσως τη λύση. Ο Λέων θα πήγαινε κοντά στη Ρήνα όταν ήταν τυλιγμένη και θα έβγαζε τα αγκάθια της ένα ένα λέγοντας: «μ’ αγαπάει, δε μ’ αγαπάει». Αλλά να προσέχει γιατί η Ρήνα δε θα έχει πια αγκάθια.
Ο Λέων έκανε ό,τι του είπε ο Μάντης λέγοντας τη λέξη που αναφέραμε πιο πριν. Μόλις την είδε χωρίς αγκάθια είπε: «δεν είναι αυτή που αγαπώ.» Ο Ντίνος είπε: «Πάρε το σκουλήκι σου, γιατί η Ρήνα χωρίς αγκάθια ήταν σαν σκουλήκι.» Τώρα ο Λέων δεν ήθελε να παντρευτεί τη Ρήνα.
Τότε ο Μάντης του είπε ότι για τιμωρία όπου ακουμπά θα γίνεται το χρώμα στο οποίο πατάει και του έδωσε μια κλωτσιά εκτοξεύοντας τον στον ουρανό βγάζοντας διάφορα χρώματα.

Ανδριάνα                                                                        

            Η  Έλενα ήταν μια μικρή φάλαινα, τόσο μικρή σαν βδέλα.  Ζούσε σε μια μικρή λίμνη. Μια μέρα ο Γοργός ο Πελαργός την έπιασε για να τη φάει. Καθώς μιλούσαν  του είπε πως ήθελε  να είναι μεγάλη και να ζει στη θάλασσα. Τότε αυτός την πήρε και την πήγε στη θάλασσα. Ο καιρός περνούσε και η Έλενα μεγάλωνε και χόντραινε όλο και περισσότερο. Στο τέλος το λίπος μπήκε στο μυαλό της και της έφερνε νύστα και πονοκέφαλο. Οι γιατροί είπαν πως πρέπει να αδυνατίσει. Η  Έλενα όμως νοσταλγούσε τη λιμνούλα που γεννήθηκε και αποφάσισε να γυρίσει πίσω. Όμως  τα πόδια της χάθηκαν απ’ το λίπος και δε μπορούσε να περπατήσει. Ούτε ο Πελαργός μπορούσε να την κουβαλήσει πίσω. Η Έλενα έμεινε στη θάλασσα να τρώει και να κλαίει νοσταλγώντας τις εποχές που ήταν μικρή, αδύνατη και έξυπνη.  





ΠΟΙΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΙΑ

Η Ελευθερία έγραψε ένα ποίημα για την ελιά.


Η       ΕΛΙΑ

Μικρά σποράκια σαν γεμίζω
μορφή γίνομαι και ανθίζω.
Ο κόσμος με έχει τιμημένη
και από το θεό είμαι ευλογημένη.
Είμαι το ιερό φυτό
με το δικό μου τον καρπό φτιάχνουν λάδι στο λεπτό.
Είμαι τόσο ζουμερή
που με τρώνε ακόμα και οι θεοί.
Το φθινόπωρο όλα τα παιδιά
μαζεύουν τους καρπούς μου με χαρά.
Ταξιδεύω συνεχώς
και ο τόπος που φυτρώνω είναι πεδινός.
Οι άνθρωποι με τρώνε με χαρά
γιατί είμαι μεγάλη λιχουδιά.
Όλα τα υπόλοιπα δέντρα γκρινιάζουν
και συνέχεια προσπαθούν να μου μοιάζουν.    

Η ΕΛΙΑ ΚΑΙ ΕΝΑΣ ΜΥΘΟΣ ΠΟΥ ΤΗ ΣΥΝΟΔΕΥΕΙ

    Ιερό δέντρο η ελιά για τους αρχαίους Έλληνες. Πολύτιμο έως σήμερα. Ο αρχαίος μύθος έλεγε πως η θεά Αθηνά κέρδισε τον Ποσειδώνα στο διαγωνισμό που είχε ως έπαθλο την πόλη της Αθήνας. Βέβαια, αν ξαναγραφόταν ο μύθος ίσως είχαμε άλλα αποτελέσματα. Τα παιδιά ξανάγραψαν το μύθο.

 «H Αθηνά και ο Ποσειδώνας διεκδίκησαν την Αθήνα. Ποιος νίκησε τελικά».



Οι Αθηναίοι είπαν : Όποιος προσφέρει το ποιο πολύτιμο δώρο για τη πόλη, η πόλη θα πάρει το όνομά του. Έτσι λοιπόν συμφώνησαν και οι θεοί και ο αγώνας άρχισε. Ο Ποσειδώνας χτύπησε την τρίαινά του πάνω στον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης και αλμυρό νερό άρχισε να κυλάει. Οι Αθηναίοι εντυπωσιάστηκαν τόσο πολύ. Τότε η θεά Αθηνά εξοργισμένη έσκυψε και φύτεψε μια ελιά στο αλμυρό νερό του Ποσειδώνα. Όλοι τότε άρχισαν να γελούν και να λένε διάφορα σχόλια.
--Τι θα μας κάνει η ελιά, μόνο ένα δέντρο είναι.
--Ενώ του Ποσειδώνα είναι ωραίο δώρο, είναι εντυπωσιακό και το πιο καλό θα μας δίνει νερό.
Η Αθηνά τους είπε: γελάτε ,γελάτε αλλά σε λίγο καιρό θα με παρακαλάτε να σας δωρίσω την ελιά.
Οι Αθηναίοι δεν έδωσαν σημασία. Από δω και στο εξής η πόλη θα ονομάζεται Ποσειδώνια. Όλα πήγαιναν καλά με το νερό, αλλά με το λάδι καθόλου. Έπρεπε να ακούσουν την θεά Αθηνά. Η ντροπή τους ήταν μεγάλη και για να μην δείξουν πως η θεά είχε δίκαιο έκαναν πως δεν συνέβαινε τίποτα. Κάθε πρωί οι γυναίκες πήγαιναν να φέρουν νερό και έβλεπαν άμα είχαν φυτρώσει ορυζώνες. Όλοι περνούσαν ωραία την ημέρα μα την νύχτα δεν είχαν φως και πολλά ατυχήματα συνέβαιναν. Η πόλη είχε γεμίσει ποτάμια, λίμνες, καταρράκτες κ.λ.π. Η Αθηνά παραξενεύτηκε λιγάκι, γιατί όταν κοιτούσε από τον ουρανό όλα ήταν μια χαρά, έτσι νόμιζε αυτή, αλλά τα πράγματα δεν ήταν όπως έλεγε αυτή.
Ενός μικρού παιδιού του μπήκε στο μυαλό μια ιδέα και το είπε στους γονείς του.
--Μπαμπά και μαμά σκέφτηκα γιατί δεν ξανακαλούμε τους θεούς και να κάνουμε ξανά τον διαγωνισμό? Αλλά τώρα νικητές να βγούνε και οι δύο.
--Παιδί μου, ωραία η ιδέα σου, αλλά εδώ πρέπει να συμφωνήσει όλη η Ποσειδώνια… και μετά βλέπουμε….Αυτό το νέο πήγαινε από στόμα σε στόμα μέχρι που ένα πρωί έφτασε στο αυτί του βασιλιά. Ο βασιλιάς έκανε μια συγκέντρωση και κάλεσε τους θεούς.
--Αγαπητοί μας θεοί, αποφασίσαμε να αλλάξουμε το όνομα της πόλης.
--Και γιατί? Ρώτησε εξοργισμένος ο Ποσειδώνας .
--Αποφασίσαμε ότι και τα δυο δώρα είναι πολύτιμα και σημαντικά για την πόλη μας, έτσι θα κρατήσουμε και τα δύο δώρα και το καλύτερο η πόλη μας θα πάρει και τα δύο ονόματα.
--Η πόλη μας θα ονομάζεται Αθηποσειά.
Από εκείνη την ημέρα όλα ήταν τέλεια χάρη στην ιδέα του μικρού παιδιού. Μερικές φορές τα παιδιά είναι πιο έξυπνα από τους μεγάλους.

Στέλιος


«Η νίκη του Ποσειδώνα»

   Ο  Ποσειδώνας ήθελε να κατακτήσει την Αθήνα και η Αθηνά είχε την ίδια γνώμη με αυτόν. Έτσι ο Ποσειδώνας την προκάλεσε να αγωνιστούν.
     Όμως οι Αθηναίοι ήθελαν περισσότερο το νερό του Ποσειδώνα και τον κήρυξαν νικητή. Τότε η Αθηνά εκνευρίστηκε, πήρε το λάδι της και έφυγε.
    Μετά όμως οι Ποσειδώνειοι είχαν πολύ νερό και λίγο λάδι. Γι’ αυτό ήθελαν και την Αθηνά για νικήτρια και έτσι η Αθηνοποσιδωνεία απέκτησε και νερό και λάδι!!! 

Η Ρία

Μια μέρα η Αθηνά και ο Ποσειδώνας μάλωσαν για ποιος θα είναι ο αρχηγός της     Αττικής.                                                                                                                                                                                                                                                         Τότε αποφάσισαν να κάνουν έναν διαγωνισμό. Πήγανε στην Αττική, ο Ποσειδώνας   σήκωσε την τρίαινα του και έβγαλε κάτω από έναν βράχο πολύ νερό. Μετά ήρθε η ώρα      τις Αθηνάς. Δεν έκανε κάτι εντυπωσιακό, πήρε ένα κλαδί ελιάς και το φύτεψε. Αμέσως    φύτρωσε η ελιά. Τότε όλοι άρχισαν να γελούν και μετά από μεγάλη σύσκεψη   αποφάσισαν ότι νικητής θα ήταν ο Ποσειδώνας. Την άλλη μέρα η Αττική είχε όνομα  Ποσειδώνια και οι πόλη ομόρφυνε . Είχε καταρράκτες με κρυστάλλινα νερά που έκαναν    μπάνιο οι άνθρωποι. Είχανε και σιντριβάνια, λίμνες, ποτάμια και νερό για εκείνους   και τα ζώα τους. 
               Για λίγο καιρό οι Ποσειδωνιότες περνούσαν την ζωή τους   ευχαριστημένοι, μετά όμως κατάλαβαν το λάθος τους γιατί δεν είχαν φώς, λάδι για να  μαγειρέψουν. Τότε παρακάλεσαν τον Ποσειδώνα και την Αθηνά να ξανακάνουν έναν   διαγωνισμό πριν δείξουν ακόμα τα δώρα για την Ποσειδώνια. Οι κριτές είπαν νικητές    είναι και οι δυο και από δώ και πέρα η πόλη λέγεται Αθηνοποσειδωνία.        

 Η Ελευθερία

ΤΟ ΝΕΡΟ -ΔΩΡΟ ΤΟΥ ΠΟΣΕΙΔΩΝΑ

      Μια φορά στην Αττική ο Ποσειδώνας και η Αθηνά ανταγωνίζονταν προσφέροντας δώρα στους ανθρώπους ώστε να νικήσει ένας από τους δύο. Ο νικητής θα έδινε το όνομά του στην Αττική. Αυτός που νίκησε ήταν …Διαβάστε το κείμενο και θα μάθετε.
  Ο αγώνας άρχισε. Πρώτη η Αθηνά έδωσε το δώρο της και αυτό το δώρο ήταν μια φανταχτερή, ψηλή ελιά με το ζουμερό της  λάδι. Ενώ ο Ποσειδώνας με την τρίαινα του, έβγαλε από ένα βράχο το κρυστάλλινο νερό με τη γλυκιά του γαλάζια ομορφιά.
  Οι άνθρωποι μετά από μεγάλη σύσκεψη αποφάσισαν ότι ο νικητής ήταν ο Ποσειδώνας. Μόλις το ανακοίνωσαν, ο Ποσειδώνας από τη χαρά του έφτιαξε σιντριβάνια, καταρράκτες, λίμνες, ποτάμια και ότι τραβάει η ψυχή σας. Όμως η Αθηνά έφυγε στενοχωρημένη. Η Αττική ονομάστηκε Ποσειδωνία.
  Όλοι οι άνθρωποι ήταν χαρούμενοι με το νερό. Όμως καθώς περνούσαν οι μέρες όλο και εμφανίζονταν προβλήματα. Χωρίς την ελιά οι άνθρωποι δεν είχαν λάδι για το φαγητό και άλλα τέτοια προβλήματα. Τελικά τα πράγματα έμειναν δύσκολα και βρεγμένα.

                        Η ΠΟΣΕΙΔΩΝΕΙΑ
Γιάννης

ο Ποσειδώνας και η Αθηνά ήθελαν να πάρουν ένα μέρος της Αττικής.
Ο Ποσειδώνας και η Αθηνά θα κάνουν ένα διαγωνισμό που θα προσφέρουν κάτι δώρα σε αυτούς τους ανθρώπους.
     Ο καθένας θα τους προσφέρει από ένα δώρο, η Αθηνά τους πρόσφερε την ελιά ενώ ο Ποσειδώνας τους πρόσφερε το νερό.
Οι άνθρωποι ψήφησαν τον Ποσειδώνα γιατί χωρίς νερό θα πεθάνουν οι άνθρωποι, θα πεθάνουν και τα ζώα.
     Οι άνθρωποι δεν θα είχαν νερό να ποτίσουν τα φυτά τους και η Αθηνά τους είπε ότι χωρίς την ελιά τα φαγητά δεν θα είναι νόστιμα και δε θα είχατε λάδι για να ανάψετε το καντηλάκι.  Αυτό το μέρος της Αττικής ονομάστηκε Ποσειδωνεία.